Σε μια από τις χαρακτηριστικές και πιο υποβλητικές σκηνές της ιστορίας του Μπακ, ο ήρωας του Τζακ Λόντον ακούει το αρχέγονο κάλεσμα της φύσης του και έχει ν’ αντιμετωπίσει το μεγάλο δίλημμα, να ανταποκριθεί σ’ αυτό ή να παραμείνει κοντά στον άνθρωπο που είχε στο μεταξύ μάθει ν’ αγαπά και να του είναι απόλυτα πιστός. Αν και τετράποδος, ο Μπακ δεν διαφέρει και πολύ από τους ανθρώπους, ωστόσο εκείνος, λειτουργώντας κυρίως με το ένστικτο, είναι πολύ περισσότερο προετοιμασμένος να τα βάλει με την άγρια φύση και να προσπαθήσει να της επιβληθεί.
Το Κάλεσμα της άγριας φύσης είναι μια ιστορία επιβίωσης, όχι ωστόσο με την πιο συνηθισμένη και αναμενόμενη έννοια του όρου. Τη βλέπουμε και παρακολουθούμε την εξέλιξή της μέσα από τα μάτια του Μπακ, ενός πανέξυπνου σκύλου, διασταύρωση ποιμενικού με Αγίου Βερνάρδου, ο οποίος από την ασφάλεια και τη ζεστασιά της φάρμας στην οποία ζούσε, βρέθηκε αναπάντεχα να βιώνει στο πετσί του τις άγριες και απίστευτα σκληρές και απαιτητικές συνθήκες στο κυνήγι της αναζήτησης χρυσού.
Έχοντας ο ίδιος προσωπική εμπειρία από τον πυρετό του χρυσού στο Κλοντάικ, ο Τζακ Λόντον αφηγείται με γλαφυρότητα τις περιπέτειες του ήρωά του, τον οποίο φυσικά ελάχιστα ενδιαφέρει ο χρυσός αυτός καθαυτόν – για τον Μπακ πρόκειται απλώς για ένα «κίτρινο μέταλλο». Πρωταρχικό του μέλημα είναι να επιβιώσει στις πρωτόγνωρες γι’ αυτόν συνθήκες και έχοντας αυτή την έγνοια πάντα κατά νου, να προσπαθήσει παράλληλα να επιβληθεί στα υπόλοιπα σκυλιά της ομάδας, με στόχο την κατάληψη της θέσης του αρχηγού, μια θέση που έρχεται σε άμεση συνάρτηση με την επιβίωσή του.
Αν και γραμμένη στις αρχές του 20ού αιώνα και δομημένη πάνω σε περιορισμένα ιστορικά περιστατικά, σε πολύ συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, η νουβέλα του Λόντον διατηρεί ακέραιη τη διαχρονικότητά της, καθώς μέσα από την πλοκή πραγματεύεται θέματα, καταστάσεις και συναισθήματα που αφορούν όλο τον κόσμο, πέρα από εποχές και χρονικά όρια.
Αν και ο Μπακ κυριαρχεί στην ιστορία και είναι η κινητήρια δύναμή της, ωστόσο ο Λόντον καταθέτει πολύ διακριτικά αλλά εξαιρετικά εύστοχα, μέσα από την καθαρή δράση, κάποιες κρίσεις σχετικά με τη μανία της χρυσοθηρίας που είχε κυριεύσει την Αμερική στα τέλη του 19ου αιώνα. Δεν ήταν όλοι οι ιδιοκτήτες του Μπακ υποψιασμένοι για το τι επρόκειτο να συναντήσουν ξεκινώντας το μακρύ τους ταξίδι προς αναζήτηση χρυσού. Μπορεί κάποιοι να ήταν σκληραγωγημένοι, είτε από τη φύση τους, είτε λόγω δουλειάς, είτε λόγω της προσωπικής τους εμπειρίας, και να ήταν σε θέση να αντεπεξέλθουν στις δύσκολες συνθήκες, υπήρχαν ωστόσο και κάποιοι που νόμιζαν ότι έφευγαν για ταξίδι αναψυχής, κι εκτός του ότι κουβαλούσαν μαζί τους το μισό τους σπίτι, θεωρούσαν επιπλέον ότι η διαδρομή θα ήταν σπαρμένη με ρόδα. Το αποτέλεσμα ήταν ότι όχι μόνο έκαναν τη δική τους ζωή δύσκολη και κάποιες φορές είχαν τραγική κατάληξη εξαιτίας της άγνοιάς τους και της άρνησης να δουν την πραγματικότητα, αλλά δεν είχαν και ιδέα πώς να φερθούν στα σκυλιά που αγόραζαν για να σέρνουν τα έλκηθρα, με συνέπεια κι εκείνα, με τη σειρά τους, να είναι αδύνατον να συνεργαστούν και να επιβιώσουν.
Σε μια τέτοια συγκυρία, ο Μπακ αλλάζει ιδιοκτήτη και βρίσκεται στην υπηρεσία του υπέροχου Τζον Θόρντον, με τον οποίο δένεται σχεδόν αμέσως και είναι έτοιμος να τον υπερασπιστεί κυριολεκτικά με νύχια και με δόντια από το οτιδήποτε και τον οποιονδήποτε. Δεν ξέρουμε ποια θα ήταν η εξέλιξη του Μπακ, αν είχε πέσει από την αρχή στα χέρια του Τζον Θόρντον. Οι πρώτοι του ιδιοκτήτες ήταν σκληροί και άτεγκτοι, ίσως όχι χωρίς καθόλου ψήγματα καλοσύνης, αλλά καθώς η εύρεση χρυσού ήταν η μία και απόλυτη προτεραιότητά τους, ελάχιστα τους ένοιαζε για τα σκυλιά, κι ας τα είχαν ανάγκη για την επίτευξη του σκοπού τους. Τα συντηρούσαν και τα φρόντιζαν τόσο όσο ήταν απαραίτητο για να είναι σε θέση να εργαστούν και να ανταποκριθούν στις αντίξοες συνθήκες. Από κει και πέρα, δεν είχαν κανένα συναισθηματικό δέσιμο μαζί τους και δεν δίσταζαν να τα κακομεταχειριστούν.
Μέσα σ’ αυτή την κατάσταση, κι ενώ είχε σχεδόν ξεχάσει την προηγούμενη ζωή του στη φάρμα, ο Μπακ άρχισε σιγά σιγά να αλλάζει και να αποζητά μέσα του να κυριαρχήσει ο λύκος. Δεν ήταν μόνο η άμεση επαφή με τη φύση που το προκάλεσε αυτό, ήταν και η σκληρή αντιμετώπιση των ανθρώπων. Κι εκείνοι, ωστόσο, όπως και ο Μπακ, μέσα στις πρωτόγονες, άγριες συνθήκες έβγαζαν τον επιθετικό και αμείλικτο εαυτό τους. Μόλις βρίσκεται στην υπηρεσία του Τζον Θόρντον, του καλού και δίκαιου αφέντη του που μοιάζει να είναι η δική του ανθρώπινη εκδοχή, ο Μπακ δείχνει όλα τα καλά στοιχεία του χαρακτήρα του και αρχίζει μέρα με τη μέρα να θέλει, χωρίς να ξέρει τον τρόπο, να συμφιλιωθεί με την άγρια φύση του.
Όταν στο προσκήνιο μπαίνει ο Θόρντον και ο Μπακ τον ακολουθεί στα δικά του μονοπάτια για την εύρεση χρυσού, αλλάζει και ο ρυθμός της ιστορίας. Ελαχιστοποιούνται οι διάλογοι και κυριαρχούν οι υποβλητικές περιγραφές των φυσικών τοπίων. Ο Μπακ συναντάει τον λύκο κι έρχεται πρώτη φορά αντιμέτωπος πρόσωπο με πρόσωπο με το αρχέγονο στοιχείο. Αντιλαμβάνεται ότι ανήκει εκεί, αλλά η πίστη και η αγάπη που νιώθει για τον αφέντη του δεν του επιτρέπει να τον εγκαταλείψει. Αρχίζει ωστόσο να εξερευνά και να καλλιεργεί το άγριο ένστικτό του, γιατί ξέρει ότι δεν μπορεί να το αρνηθεί, ότι είναι κατά κάποιον τρόπο μοιραίο και καθοριστικό για την ύπαρξη και τη ζωή του, αν και δεν ξέρει αν είναι ακόμα έτοιμος να το ακολουθήσει. Θα το κάνει ωστόσο, αναπόφευκτα, όταν ένα αναπάντεχο γεγονός θα του στερήσει τον αγαπημένο του φίλο.
Αν και γραμμένη στις αρχές του 20ού αιώνα και δομημένη πάνω σε περιορισμένα ιστορικά περιστατικά, σε πολύ συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, η νουβέλα του Λόντον διατηρεί ακέραιη τη διαχρονικότητά της, καθώς μέσα από την πλοκή πραγματεύεται θέματα, καταστάσεις και συναισθήματα που αφορούν όλο τον κόσμο, πέρα από εποχές και χρονικά όρια. Μπορεί οι άνθρωποι να μην ψάχνουν πια για χρυσό στα χιόνια, ωστόσο η απληστία εξακολουθεί να είναι στοιχείο της ανθρώπινης φύσης. Και μπορεί ο Μπακ να είναι απλώς ένας σκύλος, ωστόσο τα στοιχεία του χαρακτήρα του που τον κάνουν τόσο ξεχωριστό, εύκολα τα συναντάει κανείς και στους ανθρώπους, με τη διαφορά ότι η δική μας υποτιθέμενη λογική μάς κάνει να μην αντιλαμβανόμαστε –ή να αντιλαμβανόμαστε με λάθος τρόπο– το κάλεσμα της δικής μας άγριας φύσης.
Καλή, στρωτή η μετάφραση της Σοφίας Γρηγορίου και ατμοσφαιρικές, σύγχρονες οι εικόνες του Γιώργου Δημητρίου.
Το κάλεσμα της άγριας φύσης
Τζακ Λόντον
μετάφραση: Σοφία Γρηγορίου
εικονογράφηση: Γιώργος Δημητρίου
Μεταίχμιο
184 σελ.
ISBN 978-960-566-754-2
Τιμή € 9,90
Πηγή: diastixo