Ειρήνη Σουργιαδάκη:΄΄ποστ΄΄ κριτική της Χλόης Κουτσουμπέλη.

Το βιβλίο αυτό της Ειρήνης Σpostουργιαδάκη μιλάει για κάτι παλιό και ξεχασμένο. Όπως το υποβρύχιο με τη βανίλια ή τις βεγγέρες που έκανε ο κόσμος παλιά από σπίτι σε σπίτι. Το βιβλίο αυτό αποτελείται από επιστολές. «Γράμμα για να μην γυρίσεις πίσω», «Επιστολή αίματος», «Γράμμα στον ωκεανό», «Επιστολή στο μεγάλο χρόνο», «Γράμμα στο αντίθετο του φόβου», «Ένα γράμμα λίγο μπλε», «Γράμμα σε μία πορτοκαλί σημαδούρα», «Καρτ ποστάλ από τις διακοπές» είναι κάποια μόνο από τα γράμματα που ξεδιπλώνονται στις σελίδες του βιβλίου, για να διαβαστούν από τον αναγνώστη του.Όμως ο τίτλος του βιβλίου δεν περιέχει, όπως θα περίμενε κανείς, τη λέξη επιστολή ή τη λέξη γράμμα. Ο τίτλος του βιβλίου είναι μία μόνο λέξη. Η λέξη ποστ με μία τελεία. Που σε μία πιο σύγχρονη γλώσσα, αυτή της τεχνολογίας, σημαίνει ποστάρω, αναρτώ, καταχωρώ μία σημείωση αλλά και ταχυδρομώ. Στα λατινικά όμως η λέξη post σημαίνει μετά. Με μία πολύ μοντέρνα γραφή, λοιπόν, το βιβλίο αυτό, που αναφέρεται σε κάτι παλαιομοδίτικο και γοητευτικό όπως μία επιστολή, περιέχει ταυτόχρονα και την αναπροσαρμογή του στο τώρα. Έτσι, συνδυάζει το παλιό με το καινούργιο, το πριν με το μετά.
Τρεισήμισι περίπου αιώνες πριν, μία Πορτογαλίδα μοναχή, η Μαριάνα Αλκοφοράδο, απευθύνει στον Γάλλο αξιωματικό που την έχει εγκαταλείψει πέντε επιστολές. «Άραγε, αυτή η απουσία, που ο πόνος μου, όσο επινοητικός κι αν είναι, δεν βρίσκει λέξεις αρκετά φρικτές να τη χαρακτηρίσει, θα μου στερήσει μια για πάντα αυτά τα μάτια που μέσα τους καθρεφτιζόταν τόσος έρωτας;» Όμως ο αποδέκτης σιωπά. Δεν έχει σημασία τελικά αν αυτές οι επιστολές ήταν αυθεντικές και γράφτηκαν από γυναίκα, και μάλιστα μοναχή, όπως αρχικά είχαν όλοι, ακόμα και ο Σταντάλ, πιστέψει ή από τον υποκόμη Γκιγιεράγκ, όπως τελικά επικράτησε. Το θέμα είναι ότι όταν εκδόθηκαν, το 1669, εγκαινιάστηκε εκείνο το είδος γραφής όπου υπάρχει ένας παραλήπτης και ένας αποστολέας ενός γράμματος, το εσύ, δεύτερο ενικό πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται ο αποστολέας και ο βουβός αποδέκτης, το σιωπηλό πρόσωπο που δεν αντιδρά, δεν αποκρίνεται, μένει ανέγγιχτο και ασυγκίνητο. Υπάρχει η μοναχική ψυχή που στέλνει ένα γράμμα μέσα σε ένα μπουκάλι στη μέση του σύμπαντος, λέει εσύ και ψάχνει την ίδια της την ολοκλήρωση.Από κάθε επιστολή, όπως από μαγικό σεντούκι ταχυδακτυλουργού, ξεπηδά και μία ιστορία, ένα μικρό διήγημα ή μυθιστόρημα, άλλοτε ξεκάθαρη, άλλοτε θολή, άλλοτε προσωπική, άλλοτε καθολική. Πάντα συναρπαστική. Στο βιβλίο της Ειρήνης Σουργιαδάκη παρατίθενται είκοσι επτά επιστολές. Και σε όλες αυτές τις επιστολές ο αποδέκτης είναι πάντα βουβός. Σε κάθε επιστολή αλλάζει ο αποδέκτης και ο παραλήπτης, το φύλο, το γένος, ο αριθμός, κάθε επιστολή είναι μοναδική. Όμως το κοινό όλων αυτών των επιστολών είναι η μη ανταπόκριση. Δεν υπάρχει απάντηση. Η γραφή, όπως είπαμε, είναι σύγχρονη, ασθματική, υπερρεαλιστική σε κάποια σημεία, αντιφατική, ποιητική, φαντασμαγορική, πολύχρωμη ή ασπρόμαυρη όπως σε φιλμ νουάρ, με μία βαλίτσα, ένα αεροδρόμιο και κάποιος ή κάποια που φεύγει. Από κάθε επιστολή, όπως από μαγικό σεντούκι ταχυδακτυλουργού, ξεπηδά και μία ιστορία, ένα μικρό διήγημα ή μυθιστόρημα, άλλοτε ξεκάθαρη, άλλοτε θολή, άλλοτε προσωπική, άλλοτε καθολική. Πάντα συναρπαστική. Συγκεκριμένα:Στην πρώτη επιστολή ο παραλήπτης είναι ο αγαπημένος, η ιστορία εξελίσσεται σε έναν άλλο κόσμο, σε μία περιοχή πόνου όπου τα χέρια είναι δεμένα με σκοινί, όπου υπάρχουν όλες οι αντίρροπες δυνάμεις φεύγω-έρχομαι και τελικά οι δύο εραστές ζουν με ασφάλεια σε μία φανταστική περιοχή, αφού μόνον εκεί μπορούν να υπάρξουν ακέραιοι. Η αφηγήτρια-συγγραφέας της επιστολής είναι γυναίκα, ενώ υποθέτουμε ότι ο παραλήπτης είναι άντρας.Στη δεύτερη ο παραλήπτης είναι γυναίκα και ο αποστολέας άντρας. Μία μικρή ιστορία ζήλιας και εξάρτησης. Που τελειώνει με τον θάνατο της γυναίκας.Στην τρίτη μιλάει πάλι μία γυναίκα που καταχωρεί τους φόβους της, τέσσερα πράγματα που φοβάμαι, λέει, ενώ θα φύγει ή ήδη έφυγε.Η τέταρτη επιστολή έχει τίτλο «Επιστολή αίματος». Γιατί αναφέρεται σε μία συγγένεια αίματος, εδώ ο αποδέκτης και ο παραλήπτης είναι αδέλφια, ενήλικοι-παιδιά, και με εξαιρετικό τρόπο αναβιώνει η παιδική ηλικία που ξεπροβάλλει μέσα από την ντουλάπα με τους αρχέγονους φόβους και τη μητρική εξαπάτηση.
Η πέμπτη επιστολή είναι εξαιρετικά πρωτότυπη. Την απευθύνει ένας πικραμένος βάτραχος σε μία φάλαινα μαμά που εγκατέλειψε το παιδί τους. Πάντα με υποτιμούσες, της λέει, επειδή δεν ήμουν αρκετά σωματώδης και δεν ήξερα υπέρηχους. Για σένα δεν ήμουν τίποτε άλλο παρά ένα λαϊκό βατράχι. Αντικείμενο έριδας το παιδί τους, ένας μικρός γυρίνος. Η γνωστή ιστορία ενός διαζυγίου, παιδί που εναλλάσσει γονείς κ.λπ., το δράμα εξελίσσεται ανάμεσα σε μία λίμνη και έναν ωκεανό.
Έκτη επιστολή, σταυρωτά φιλιά, άλλη μία παιδική ηλικία που εκτίθεται στο χαρτί, ο τρόπος που αντιλαμβάνεται ένα παιδί την Ανάσταση, η αναμονή, τα σφάγια, η Κυριακή των Βαΐων και τα φιλιά που ποτέ δεν διασταυρώνονται αν και η εορτάζουσα λέγεται Βάγια, με αφορμή αυτή την αφήγηση μία ανασκόπηση και ένας απολογισμός ζωής.
Η «Επιστολή στο μεγάλο χρόνο» περιέχει ένα έγκλημα, ένα ξενοδοχείο, ένα τηλεγράφημα και ένα ταξίδι με μία χάρτινη βαρκούλα σε γαλάζιες φλέβες. Μία γυναίκα σωσία, ξένη και από τον ίδιο της τον εαυτό, ερώτημα: ποιος σκότωσε τον ρεσεψιονίστ και ποιος τον έρωτα;Στην «Αίτηση χάριτος» μία εμμονή, η ανάγκη συγχώνευσης με τον άλλο, αυτόν με τη βαλίτσα, που λίγο πολύ είναι παρών σε όλες τις επιστολές ακόμα και πίσω από μία κλειδαρότρυπα και που συνήθως φεύγει.Το «Γράμμα στο αντίθετο του φόβου» είναι μία προσπάθεια διαχείρισης, ένα καλόπιασμα, μία απόπειρα εξευμενισμού του φόβου, διαπραγμάτευση με το απρόσωπό του κομμάτι.
Στο «Γράμμα σε έναν ζωντανό» ο αποστολέας είναι η ίδια η επιστολή, κλείνομαι ολόκληρη σε ένα φάκελο, λέει, και περιμένω κάποιον να με ταχυδρομήσει σ’ εσένα – σ’ εσένα, συμπληρώνω εγώ, που μπορείς να με κάνεις να νιώσω ζωντανή, μέσα σε έναν πεθαμένο χωρίς έρωτα κόσμο.
Στην επιστολή με τίτλο «Τελευταία επιθυμία» έχουμε μία πολύ έξυπνη ανατροπή του μύθου του Αισώπου. Γράφει ένα αρσενικό μυρμήγκι στην αγαπημένη του, που είναι θηλυκός τζίτζικας. Πώς μπορείς να είσαι τόσο σκληρή, της γράφει. Κανείς δεν μπορεί να το φανταστεί όταν ακούει την υπέροχη φωνή σου. Οι καλλιτέχνες είστε περίεργα πλάσματα τελικά.
Στο «Ένα γράμμα λίγο μπλε» ακούμε ένα μπλουζ για έναν γνωστό που έγινε άγνωστος μέχρι να αλλάξουν τα φανάρια του δρόμου, μέσα στο αυτοκίνητο, αφού μία στιγμή αρκεί για την τέλεια αποξένωση.«Γράμμα σε μία πορτοκαλί σημαδούρα». Εδώ στον τίτλο η συγγραφέας βάζει έναν αστερίσκο και μας διαβεβαιώνει στην παραπομπή ότι η ιστορία συνέβη στην Αμοργό. Και πραγματικά δεν έχουμε κανένα λόγο να αμφιβάλλουμε ότι η ιστορία του πάπιου που αγάπησε μία αισθησιακή σημαδούρα είναι πέρα για πέρα πραγματική. Καθώς και η επιστολή που της γράφει. Δεν θέλω να νομίσεις πως είμαι κτητικός πάπιος, της λέει, αν και μου έρχεται να φάω όλα τα ψάρια που σε διεκδικούν.«Η πρόσκληση» είναι ένα σπαρακτικό γράμμα σε κάποιον αγαπημένο, παιδάκια είναι χωμένα στις τρύπες τους, ο ταχυδρόμος νεκρός. Εδώ ο αποδέκτης πιο βουβός και από βουβός. Εσύ ακόμα τίποτα, είναι η τελική φράση της επιστολής.
Μία πανέμορφη επιστολή στη συνέχεια. Σ’ έναν αστερία. Ο έρωτας ενός αστεριού που αγάπησε έναν αστερία της θάλασσας και θέλει να πέσει για να τον συναντήσει, έστω κι αν σβήσει για πάντα. Τέτοια αγάπη, γράφει το αστέρι στον αστερία, γεννιέται μία φορά στο σύμπαν κάθε χίλια χρόνια.
«Σε ένα όνειρο» είναι ο τίτλος της επόμενης επιστολής. Ένας άντρας την απευθύνει σε μία φανταστική γυναίκα που είδε ένα βράδυ σε ένα όνειρό του. Που έχασε την ευκαιρία να την αποσπάσει από το όνειρο, αλλά περιμένει να την ξαναδεί για να την κρατήσει πια κοντά του. Αφού είναι το αντεστραμμένο του είδωλο, ο καθρέφτης του, το αντίθετο των ελλείψεών του. Αφού μία μέρα θα φορέσει μία τεράστια τουαλέτα που θα της πηγαίνει σαν θάνατος και θα έρθει κοντά του.Τα επόμενα γράμματα του βιβλίου είναι γραμμένα στους μήνες που βρέχει. Στις οδηγίες χρήσης αναφέρεται πως για κάθε μήνα που περνάει, να σκίσει ο αναγνώστης μόνο μία σελίδα. Και η προειδοποίηση. Αυτό δεν πιάνει πάντα.«Καρτ ποστάλ για τις διακοπές». Κανένα γράμμα δεν θα έρθει πια. Κι εμείς δεν πρόκειται να κοιμηθούμε ξανά σ’ αυτή την πόλη.«Σε μία ώρα που δεν ήταν εκεί» είναι ο τίτλος της επόμενης επιστολής. Παρηγοριά και παραμυθία. Σύντομα όλα θα φτιάξουν. Εκείνη θα ξαναγυρίσει, θα του πει σ’ αγαπώ, το αίμα θα στερέψει, όλες οι πληγές θα κλείσουν. Χωρίς τίποτε από όλα αυτά να είναι πιθανό.Στο «Γράμμα από το μπλου σταρ Αμοργός». Το καλοκαίρι αγαπά τα ψέματα. Οι μέρες διαστέλλονται και συστέλλονται. Υπομονή να έρθει ο Σεπτέμβρης για να γίνουν όλα πάλι φυσιολογικά. Θα βρεθούμε εκεί.
Η τελευταία επιστολή έχει τον τίτλο «Οι άκρες των δαχτύλων σου». Δεν είναι επιστολή. Είναι αποσκευή. Στις άκρες των δαχτύλων σου, εκεί θέλω να ζήσω. Να άνοιγε τώρα η πόρτα και να έμπαινες.Άνοιξε πολλές φορές η πόρτα την ώρα που διάβαζα αυτό το βιβλίο. Και μπήκαν μέσα συναισθήματα και αναμνήσεις και μορφές και ταξιδιώτες χωρίς πατρίδα. Διαβάζοντάς το ένιωσα όπως κάποιος που κρατάει ένα κουτί με πυροτεχνήματα. Άναβα κάθε επιστολή και την εξακόντιζα με περιέργεια στον ουρανό. Κάθε φορά και μια έκπληξη. Κάθε επιστολή διαφορετική από την άλλη. Με τα δικά της περίεργα σχέδια και σχήματα να εκπυρσοκροτούν. Πρωτότυπες, συγκινητικές, έξυπνες, ποιητικές, άλλες πιο σαφείς και άλλες πιο αόριστες, μαγικές. Ένα βιβλίο που με απορρόφησε, με σαγήνευσε, με διασκέδασε, με συγκίνησε.

You may also like...