Τα ΔΗΜΗΤΡΙΑ είναι μια ιστορία παλιότερη απ’ όσο γνωρίζουμε ή φανταζόμαστε. Η άλλοτε λαμπρή βυζαντινή πανήγυρη της περιόδου του “Χρυσού αιώνα” της Θεσσαλονίκης (14ος αι. μ.Χ.), επέστρεψε – ευτυχώς για να μείνει – τον Οκτώβριο του 1966. Αρχικά ονομάστηκε “Νέο Φεστιβάλ”. Μαζί του η πόλη γνώρισε μια περίοδο γεμάτη συναρπαστικές καλλιτεχνικές στιγμές. Κορυφαίες προσωπικότητες των τεχνών έδωσαν το παρών όλα αυτά τα χρόνια, τοποθετώντας τα Δημήτρια στην υψηλή θέση την οποία όφειλαν από τη φύση τους να κατέχουν.
ΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟΝ ΘΕΣΜΟ ΤΩΝ «ΔΗΜΗΤΡΙΩΝ»
Ο ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΓΙΟΡΤΗΣ
Παράλληλα με τον εμπορικό χαρακτήρα τα Δημήτρια διατηρούν στο ξεκίνημά τους, τις θρησκευτικές τελετές, που τελούνται με μεγάλη λαμπρότητα και χαρακτηρίζονται από την συγκέντρωση μεγάλου πλήθους ευλαβών προσκυνητών. Η γιορτή προς τιμήν του Αγίου Δημητρίου -σημειώνει στην «Ιστορία της Θεσσαλονίκης» ο Αλ. Λέτσας- άρχιζε στις 20 Οκτωβρίου, έξι μέρες πριν την μεγάλη γιορτή της 26ης και ονομαζόταν «προεόρτιος». Ταυτόχρονα άρχιζε και η εμποροπανήγυρις. Το βράδυ της 25ης Οκτωβρίου οι ναοί της πόλης φωτιζόταν, έτοιμοι να δεχτούν τους πιστούς. Μεγαλοπρεπής ιερά πομπή ξεκινούσε από την Καταφυγή, τον τόπο όπου δίδαξε και συνελήφθη ο Άγιος Δημήτριος και από την Εγνατία οδό ανέβαινε προς τον ναό του μάρτυρα αγίου. Η ακολουθία στο ναό διαρκούσε «τρεις συνεχείς παννύχους διανυκτερεύσεις». Συμμετείχαν ο αυτοκράτορας, ο διοικητής και οι ακόλουθοί του, ο αρχιεπίσκοπος και ο κλήρος, οι μοναχοί και όλος ο λαός. Την μεγαλοπρέπεια της πομπής, την «εμμέλεια» των ύμνων, την φωτοχυσία, τις κωδωνοκρουσίες, τις αναμμένες λαμπάδες του πλήθους, τους ήχους των σαλπίγγων και των άλλων μουσικών οργάνων, περιγράφει και ο Κωνσταντίνος Αρμενόπουλος. Ενώ ο μοναχός Συμεών στο εγκώμιό του «είς τον άγιον και πανένδοξον του Χριστού μεγαλομάρτυρα Δημήτριον» εκφράζει ανάλογο θαυμασμό «…το σόν τέμενος άπαν δαλιψεί τη φωτοχυσία άπαντας τους παρόντας περιαστράπτου, της ευωδίας των θυμιαμάτων αναπιμπλέμενον τον αέρα, πάσαν ηλικίαν και τάξιν επικροτούντας ασπασίως τους άθλους σου». Η άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Νορμανδούς, η κατάκτησή της από τους Φράγκους, οι διαρκείς πόλεμοι με τους Βούλγαρους, οι συνεχείς αναστατώσεις του 14ου αιώνα και η προοδευτική εξάπλωση των Τούρκων θα οδηγήσουν στ η γενικότερη συρρίκνωση των οικονομικών δραστηριοτήτων της πόλης, ανάλογη μ’ αυτήν της Κωνσταντινούπολης. Ωστόσο η Θεσσαλονίκη θα παραμείνει η πρώτη πόλη των Βαλκανίων με αγροτικό και αστικό χαρακτήρα στην οικονομία της. Η κατάκτησή της από τους Τούρκους θέτει τέρμα στην ανάπτυξή της και συντελεί στον οικονομικό της μαρασμό. Από την πανάρχαια λατρεία του Θερμαίου Διονύσου, στους Κάβειρους και από την ειδωλολατρεία στη γνωστή σ’ όλο τον χριστιανικό κόσμο, λατρεία του Aγίου Δημητρίου. Ένας μεγάλος ιωνικός ναός των αρχών του 5ου π.Χ. αιώνα, που βρέθηκε το 1930 στην καρδιά της πόλης του Κάσσανδρου και κάποια ευρήματα της ίδιας εποχής στον χώρο αυτό, αποτελούν τις ενδείξεις για την ύπαρξη εδώ της αρχικά θρακοφρυγικής λατρείας κάποιου δαίμονα, συγγενικού με τον Διόνυσο, που αργότερα ταυτίστηκε μαζί του. Θέρμιος ή Θερμαίος θεός είναι ο Διόνυσος, που οφείλει το επίθετο στην «θέρμη» της διονυσιακής μανίας και ενδεχομένως βαπτίζει την πόλη και τον Θερμαίο κόλπο. Επιγραφές των Ελληνιστικών χρόνων αναφέρουν τον Διόνυσο σαν θεό της πόλης, νομίσματα της ίδιας εποχής φέρουν την προτομή του. Στα ρωμαϊκά χρόνια η λατρεία του Διονύσου επικρατεί ακόμη. Τους Κάβειρους στη λατρεία αντικατέστησε αργότερα, με την επικράτηση του Χριστιανισμού, ο άγιος Δημήτριος, που πήρε τη θέση του προστάτη αγίου της πόλης. Μάρτυρας των σκληρών διώξεων κατά των Χριστιανών, που εξαπέλυσε ο ειδωλολάτρης Ρωμαίος αυτοκράτορας Μαξιμιανός Γαλέριος, ο άγιος Δημήτριος θανατώθηκε το 306 μ.Χ. και αναγνωρίστηκε από τον 5ο μ.Χ. αιώνα πολιούχος της Θεσσαλονίκης. Τιμήθηκε, όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη, αλλά και στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες πόλεις της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, αλλά και στο Σίρμιο και θεωρήθηκε από τους Βούλγαρους προστάτης τους. Ήταν φυσικό προς τιμήν του να οργανώνονται οι λαμπρότερες γιορτές. Οι μεγαλοπρεπείς γιορτές των Δημητρίων σταματούν το 1430. Μόνο το 18ο αιώνα η πόλη ξαναβρίσκει τον ρυθμό της και γίνεται πάλι διακοσμητικό κέντρο αγροτικών και βιοτεχνικών προϊόντων.
ΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑ
Στο ξεκίνημα της πέμπτης δεκαετίας τους, τα σύγχρονα Δημήτρια κέρδισαν παγκόσμια ακτινοβολία και καταξίωση με την ένταξή τους το 1995 στην Ευρωπαϊκή Ένωση Διεθνών Φεστιβάλ. Τι συνέβη όμως, από την εποχή της έναρξης της νέας περιόδου του θεσμού μέχρι σήμερα; Τον Οκτώβριο του 1966 το «Νέο Φεστιβάλ», όπως αναφερόταν στον Τύπο της Θεσσαλονίκης, προανήγγειλαν δύο στρατιωτικά αεροσκάφη σκορπίζοντας στον ουρανό της πόλης 300.000 φέιγ-βολάν γραμμένα στα ελληνικά και στα αγγλικά. Σήμερα, Τα Δημήτρια είναι καταχωρημένα στα ευρωπαϊκά πληροφοριακά έντυπα για τα φεστιβάλ. Από τότε μέχρι σήμερα, σε μία μεγάλη διαδρομή ο θεσμός ανδρώθηκε και ενισχύθηκε με ισχυρά εφόδια για ένα νέο ξεκίνημα στο κατώφλι της νέας χιλιετίας. Στη διάρκεια όλων αυτών των διοργανώσεων, οι κάτοικοι τούτης της πόλης έζησαν συναρπαστικές εμπειρίες πλησιάζοντας την τέχνη σ’ όλες της τις μορφές. Ο Οκτώβριος ταυτίστηκε με τη ζωή της Θεσσαλονίκης και τα Δημήτρια, όπως ακριβώς και ο Σεπτέμβριος με τη Διεθνή Έκθεση. Πολλές εκδηλώσεις θα χαρακτηριστούν, όχι άδικα, σταγόνες στην ξερή γη.
ΤΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑ
«Παναθήναια των μεσαιωνικών Αθηνών»ονομάστηκαν τα Δημήτρια της Θεσσαλονίκης, σε μια εποχή της μεγάλης ακμής της πόλης και με αυτόν τον χαρακτηρισμό περιγράφονται για πρώτη φορά στο σύγγραμμα «Τιμαρίων ή περί των κατ’ αυτόν παθημάτων», που βρέθηκε πριν από μερικές δεκαετίες σε κώδικα του Βατικανού. «Εορτή δε ήν τά Δημήτρια, ώσπερ έν Αθήνισι Παναθήναια και Μηλησίοις τά Πανιώνια, γίνεται δε καά παρά Μακεδόσι μεγίστη των πανηγύρεων. Συρρεί γάρ επ’ αυτήν ού μόνον αυτόχθων όχλος, και ιθαγενής, αλλά πάντοθεν και παντίοι, Ελλήνων των απανταχού, Μύσων των παροικούντων γένη παντοδαπά Ίστρου μέχρι και Σκυθικής, Καμπανών, Ιταλών, Ιβήρων, Λυσιτανών και Κελτώντων επέκεινα Άλπεων και συλλήβδην ειπείν ωκεάνειοι θίνες και θεωρούς επί τον μάρτυρα πέμπουσι. Τοσούτων αυτώ της δόξης κατά την Ευρώπην περίεστιν!». Έμποροι λοιπόν συρρέουν από «παντού» κι όχι μόνο από κάθε γωνιά της Ελλάδας, Βοιωτία και Πελοπόννησο, αλλά και από την Βουλγαρία και τις παραδουνάβιες χώρες, την Ιταλία και την Φοινίκη και την Αίγυπτο και την Ισπανία και την Σκυθική, την Γαλατία και την Κελτική από τις χώρες «επέκεινα Άλπεων». Στην πόλη του εμπορίου και της βιοτεχνίας, που είναι ήδη από τον 10ο αιώνα η Θεσσαλονίκη, ανθούν η μεταξουργία και οι τέχνες της κατεργασίας χαλκού, σιδήρου, κασσίτερου και μόλυβδου. Από την Ανατολή φτάνουν εδώ αρώματα, μπαχαρικά, υφάσματα και άλλα πολύτιμα προϊόντα, ενώ από το εσωτερικό προέρχονται τα γεωργικά προϊόντα και άλλα εμπορεύματα από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης διασκορπίζονται σ’ όλον τον κόσμο. Σύμφωνα με την μαρτυρία του κληρικού Ιωάννου Καμενιάτη, ανεπτυγμένη ήταν η ναυπηγική, η υφαντουργία, η μεταξουργία, η επεξεργασία των μετάλλων και η κατασκευή ειδών υαλουργίας. Πως η μουσική της Ακαδημαϊκής Συμφωνικής του Λονδίνου «έντυσε» τους γυμνούς ηθοποιούς του αντικομφορμιστικού American Living Theatre. Οι Θεσσαλονικείς αντιμετώπισαν διστακτικά το θεσμό στην αρχή. Τη θέση του δισταγμού πήρε αργότερα ο ενθουσιασμός, το χειροκρότημα και η συμμετοχή. Όλοι οι κορυφαίοι βρέθηκαν εδώ, ανάμεσά τους ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Κάρολος Κουν, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Μάνος Κατράκης. Το κοινό έζησε την κάθε στιγμή. Συμμετείχε, μαγεύτηκε, τραγούδησε, χόρεψε… Μια διαδρομή σαρανταπέντε χρόνων. Κι αν σήμερα οι ευκαιρίες για πολιτιστικές επαφές είναι πολύ περισσότερες από το 1966, κι αν σήμερα η πληροφοριακή έξαρση μας ενημερώνει για ρεύματα και τάσεις σε κάθε γωνιά του πλανήτη, κι αν η ζωή μας γίνεται καθημερινά πιο πλούσια σε εμπειρίες, τα Δημήτρια παραμένουν το κορυφαίο πολιτιστικό γεγονός της κάθε χρονιάς στη Θεσσαλονίκη για περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες. Οι Θεσσαλονικείς συζητούν γι’ αυτά, για τη μορφή τους, για το περιεχόμενό τους, για το χαρακτήρα τους, τα περιμένουν με ανυπομονησία. Βλέπουν, ακούν, γιορτάζουν. Γιορτάζει η Θεσσαλονίκη. Γιορτάζει ο Άη Δημήτρης. Σπανιότατος σταθμός εμπορίου ανάμεσα στην Ανατολή και την Δύση, παραμένει η Θεσσαλονίκη, όλη την Βυζαντινή περίοδο. Όλα τα πολύτιμα προϊόντα βρίσκονται εδώ και αποτελούν αντικείμενο συναλλαγής των εμπόρων, που προέρχονται απ’ όλες τις χώρες. «Αγορά τέ τους εξ απάσης γής υποδεχομένη, και τους συνιόντας, ού γής είεν, απορείν αναγκάζουσα» γράφει το 1346 για την αγορά της Θεσσαλονίκης ο Δημήτριος Κυδώνιος. Είναι φανερό πως ο αριθμός των ξένων εμπόρων και των εμπορευμάτων θα αύξανε την εποχή των μεγάλων εμποροπανηγύρεων.
Περισσότερες πληροφορίες: www.dimitria.thessaloniki.gr