Το Σαλέντο της Νότιας Ιταλίας περιλαμβάνει τη σύγχρονη περιφέρεια του Λέτσε και τμήματα των περιφερειών του Μπρίντιζι και του Τάραντα. Η περιοχή αποτέλεσε πεδίο αναμέτρησης Λογγοβάρδων και Βυζαντινών από το 476, έτος κατάλυσης του Δυτικού Τμήματος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, και μέχρι το 876, όταν εντάχθηκε οριστικά στη βυζαντινή επικράτεια. Το 1071, με την επικράτηση των Νορμανδών, οι Βυζαντινοί εγκατέλειψαν το Σαλέντο. Παρά ταύτα και κατά τους επόμενους αιώνες το Βυζάντιο επιβιώνει στην ιστόρηση των ναών (έως τον 14ο αι.) και στη χρήση του εκκλησιαστικού τυπικού (ώς τον 17ο αι.).
Οικιστικός ιστός
Τα χωριά αποτελούσαν την πλέον διαδεδομένη μορφή εγκατάστασης, καθώς η οικονομία κατά τον Μεσαίωνα βασιζόταν στη γεωργία. Στην περιοχή του Σαλέντο υπήρχαν από τον 10ο αι. οργανωμένα χωριά, τα οποία αναπτύχθηκαν και επεκτάθηκαν κατά τον 12ο και 13ο αι. Στο α΄ μισό του 15ου αι. ορισμένα από αυτά εγκαταλείφθηκαν και αντ’ αυτών δημιουργήθηκαν δεκάδες οχυρωμένοι οικισμοί ενταγμένοι στον έλεγχο των φεουδαρχικών οίκων. Η αναδιοργάνωση της γης σήμανε το σταδιακό πέρασμα από τα μεσαιωνικά χωριά στις επαρχιακές κωμοπόλεις των νεώτερων χρόνων (16ος-17ος αι.).
Ορισμένα από τα χωριά του Σαλέντο ήταν λαξευμένα σε μαλακό βράχο. Τα πετρώματα της περιοχής προσέφεραν οικιστικές λύσεις, ασφάλεια και πρόσβαση σε πόσιμο νερό —η γεωλογική διαμόρφωση βοηθούσε στη συλλογή των ομβρίων και υπογείων υδάτων σε αυτή την μάλλον άνυδρη περιοχή.
Εξέχουσα θέση στο κέντρο αυτών των αγροτικών οικισμών κατείχαν οι εκκλησίες, συνήθως ιδιωτικές, οι οποίες παρείχαν στους χριστιανούς τη δυνατότητα της άσκησης των θρησκευτικών τους καθηκόντων.
Οι μοναστικές κοινότητες
Μεταξύ του 10ου και του 15ου αιώνα αρκετές μοναστικές κοινότητες δημιουργήθηκαν στην περιοχή του Σαλέντο. Ο Άγιος Νικόλαος στο Casole, η Αγία Μαρία στο Cerrate, ο Άγιος Μαύρος και ο Άγιος Salvatore στην Καλλίπολη (Gallipoli) λειτούργησαν από πολύ νωρίς ως αντιγραφικά εργαστήρια. Ο Άγιος Νικόλαος στο Casole και η Αγία Μαρία στο Cerrate αναφέρονται ήδη από τον 12ο αι. ως ενεργά κέντρα παραγωγής ελληνικών χειρογράφων. Η σημαντικότερη παραγωγή κωδίκων στην περιοχή χρονολογείται από τα τέλη του 13ου και τις αρχές του 14ου αι.
Η πεδιάδα του Σαλέντο περιβάλλεται από τη θάλασσα του Ιονίου και την Αδριατική. Η υγρασία, αυξημένη όλες τις εποχές του χρόνου, είναι η κύρια αιτία καταστροφής των τοιχογραφιών, που σήμερα σώζονται από τη μέση του τοίχου και πάνω —από το στόμα των παππούδων άκουσα άλλωστε ότι παλιά, τον χειμώνα, τα νερά πλημμύριζαν τις λαξευτές εκκλησίες. Συμπληρωματικές φθορές έχουν προκληθεί και από την αλόγιστη χρήση των μνημείων στα νεώτερα χρόνια.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η λαξευτή εκκλησία των Αγίων Στεφάνων στο Vaste, η οποία στα τέλη του 19ου αιώνα μετατράπηκε σε αποθήκη για καπνά και γεωργικά εργαλεία. Σε αυτήν βρίσκεται και η παράσταση του αγίου Ανδρέα (τέλος 10ου αι.), την οποία φωτογράφησα το 2005 και το 2012. Η αδιάκοπη φθορά από την υγρασία είναι φανερή: το στόμα του αγίου έκλεισε για πάντα.
Η σχέση μου με την Κάτω Ιταλία άρχισε το 1994 όταν πρωτοπήγα στην Καλαβρία και στο Σαλέντο. Ήταν έρωτας κεραυνοβόλος και το ερώμενον ο πολιτισμός…
Με κόπο και πάθος αναζήτησα τις βραχώδεις εκκλησιές και τις κρύπτες στα φαράγγια του Σαλέντο και κάθε φορά που βρισκόμουν μπροστά σε κάτι καινούργιο, ένιωθα σαν να αγγίζω την ιστορία του.
Με διαλέξεις, εκπομπές στο κρατικό ραδιόφωνο και μύηση μιας ομάδας μαθητών μου στην ποίηση, μουσική και γλώσσα των γκρεκάνων προσπάθησα να κάνω γνωστό τον πολιτισμό της Κάτω Ιταλίας στην Ελλάδα. Άλλωστε, από τη σχέση μου με την Καλαβρία προέκυψε, το 2003, το βιβλίο «Η ελληνόφωνη Καλαβρία» και από τη μακρόχρονη, επίπονη έρευνά μου στο Σαλέντο, το 2008, το βιβλίο «Η Ελλάδα του Σαλέντο». Οι φωτογραφίες μου, που παρουσιάζονται στην έκθεση αυτή αποτελούν ένα μικρό δείγμα του πολιτισμού του Σαλέντο από τον 10ο μέχρι τον 15ο αι.
Φωτεινή Καϊμάκη
03 Οκτωβρίου 2012 έως 15 Ιανουαρίου 2013