Έκθεση ζωγραφικής.

“Ο αόρατοcambaς θίασος επισκέπτεται τη ζωγραφική του Αδριανού Σωτήρη ”Η ζωγραφική είχε ανέκαθεν την δυνατότητα να αποκρυσταλλώνει το πολύτιμο και να διαστέλλει το υποκειμενικό. Να δημιουργεί με αφορμή τον κόσμο έναν άλλο κόσμο υπερβαίνοντας την προφάνεια των πραγμάτων. Σήμερα, στην εποχή των χυδαίων, δηλαδή των χωρίς σάρκα και χωρίς νόημα, εικόνων, η ζωγραφική υπερασπίζεται ακόμη τη μεταφυσική της εικονοποιίας, τον ζωτικό μύθο της ανα-παράστασης.Ο Αδριανός Σωτήρης, ρομαντικός σε μια αντιρομαντική εποχή, είναι ένας ζωγράφος μιας προικισμένης γενιάς που διεκδικεί τη χαμένη (;) τιμή της ζωγραφικής και επαναδιαπραγματεύεται τη θέση της στην Ιστορία αλλά και σε ένα πολιτισμό που έμαθε να καταναλώνει ομοιώματα (simulacres) αντί να δημιουργεί αξίες ή να διατυπώνει ερμηνείες. Ο Barthes πάλι θεωρούσε το μονόπλευρα αναπαραστατικό, το ρεαλιστικό στοιχείο χυδαίο εξ αιτίας ακριβώς της προφάνειάς του. Εφόσον αυτό που μετράει στη τέχνη είναι, πρωτίστως, το μυστήριο. (Εδώ μιλάει ο μύστης και μάγος της εικόνας De Chirico). Αυτό το μυστήριο, αυτή η ανάδυση ενός φασματικού σύμπαντος όπου το όνειρο και ο εφιάλτης συμπλέκονται, είναι το βασικό χαρακτηριστικό της ποιητικής του Αδριανού. Ξεκινώντας από τα απλά πράγματα που αγγίζει στο ατελιέ του και συνεχίζοντας στα σώματα των μοντέλων του, σώματα άλλοτε παγίδες και άλλοτε φυλαχτά, δημιουργεί ένα εξεζητημένο θέατρο μορφών όπου το εξωπραγματικό και το φανταστικό δεσπόζουν σαν λύτρωση από το μαρτύριο της καθημερινότητας. Είναι τότε που η τέχνη του καθίσταται όχι απλά επικοινωνιακή αλλά βαθιά ερωτική. Δύναμη του Αδριανού είναι το σχέδιο και οι πολύπλευρες δυνατότητες του. Έπεται το χρώμα, υποβλητικό, συχνά εκρηκτικό, να επιχειρηματολογεί σχετικά με τις αντιστάσεις του φωτός μέσα στην επικράτεια της νύχτας και να υποστηρίζει πως το τρομερό μπορεί να γίνει εμβρυουλκός της πιο παράξενης ομορφιάς…Μιλώντας για τη ζωγραφική του σήμερα δεν θα ήταν άσκοπο να κάνουμε μια μικρή αναδρομή στην ιστορία του θεάτρου. Το νεότερο θέατρο σαν ένα κουτί της Πανδώρας -μια boîte που αποκαλύπτει την πιο ολοκληρωμένη ψευδαίσθηση της πραγματικότητας-, εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Ιταλική Αναγέννηση και λειτουργεί ως μια εφαρμογή στο χώρο των προοπτικών επιτευγμάτων της δισδιάστατης ζωγραφικής. Έκτοτε οι δυο αυτές τέχνες συμπορεύονται σε τρόπον ώστε να υπάρχει πολλή σκηνική δράση φερ’ ειπείν στις ζωγραφισμένες οροφές του Μπαρόκ (ο Pietro da Cortona ή ο Andrea Pozzo κατ’ ουσίαν σκηνογραφούν το υπερφυές θέαμα στο ταβάνι του Palazzo Barberini ή στον San Ignazio της Ρώμης) αλλά και πολλή ζωγραφική στις εικαστικότατες παραστάσεις που ανεβάζουν π.χ. οι Bibiena στις διάφορες αυλές της Ευρώπης. Η ουσία είναι μία: η ζωγραφική παραμένει μια μήτρα εικόνων και το ιδανικό μοντέλο αντιπαράστασης τόσο για το θέατρο όσο και για τη φωτογραφία, το σινεμά ή τη βίντεο αρτ αργότερα.Είναι άρα φυσικό πολλοί ζωγράφοι που επιμένουν όπως ο Αδριανός Σωτήρης και στη δραματική αφήγηση και στα ιλλουζιονιστικά εφέ να κρίνονται αισθητικά και με όρους θεάτρου. Πρόκειται βέβαια για ένα θέατρο που παρίσταται χωρίς λόγια και που εγκλωβίζει τους πρωταγωνιστές του σε μιαν απατηλή ακινησία. Πίσω όμως από την χρωματισμένη επιφάνεια, η υπόθεση κορυφώνεται και εναπόκειται στο θεατή να δώσει τη λύση που ο ίδιος προκρίνει. Θα το πω απλά: ο Αδριανός Σωτήρης, με τη τωρινή ενότητα της δουλειάς του, αγγίζει την ωριμότητα συνδυάζοντας τον εικαστικό προβληματισμό με την υποβολή του θεάτρου αλλά και τα αφηγηματικά ευρήματα της εικονογραφίας (illustration). Το αποτέλεσμα είναι μια ζωγραφική με έντονα εξωπραγματικά στοιχεία, με συνειδητές, λοξές ματιές στην ιστορία της τέχνης, κυρίως τον Ρομαντισμό, σαν να μην μπορεί το σήμερα να δικαιολογήσει την ύπαρξή του χωρίς τη συνδρομή του χτες. Dali ή Eakins ή μήπως οι Φλωρεντινοί του Quattrocento που μελέτησε πρόσφατα στην Ιταλία;Για τη ζωγραφική του Αδριανού εν αρχή ην το σώμα, δηλαδή το μυστήριο της ζωής καθώς εκκολάπτεται μέσα από το μυστήριο του φωτός και το μυστήριο του σκοταδιού. Το μυστήριο της σκιάς, εν τέλει, που τέμνει στα δυο το κόσμο… Και τότε αναδύονται όντα παραισθητικά διεκδικώντας ύπαρξη μέσα από το παραμύθι ή τον εφιάλτη. Είναι τότε που αρχίζει το θέατρο να καταλαμβάνει τους πίνακές του σαν παράφορος εισβολέας. Και είναι τότε που ο θεατής εμπλέκεται στη σαγήνη στη δραματικής πλοκής κι ένας αόρατος θίασος, ανάλογος με εκείνον του τρομερού Αλεξανδρινού που επίσης αγαπούσε το θέατρο, ανατρέπει τα δεδομένα της πραγματικότητας και μεταγγίζει στις συνθέσεις του ένα παραισθητικό ντελίριο. Αίφνης, οι νεόπλαστοι, ο Άδαμ και η Εύα ανάβουν συμβολικές φωτιές επιβίωσης και οι συνοδοιπόροι του Gilgamesh σε παρασύρουν σε αυτό που λάμπει εμπρός στα μάτια σου έστω και αν δεν υπάρχει. Μέσα από ένα χάος εικόνων με κρανία, πρίσματα, παράξενα φυτά, ποίκιλα σύμβολα ζωής και θανάτου, κλεψύδρες που δεν μετρούν αλλά τιμωρούν το χρόνο, το αόρατο διεκδικεί τα δικαιώματά του πάνω στο ορατό. Πλάνη των αισθήσεων; Μάλλον θρίαμβο των παραισθήσεων.Προσέξτε τον πίνακα με τη γυναίκα που αντανακλά ισόποσα τη γύμνια της στο είδωλό της. Ποτέ οι ιλλουζιονιστές μέτρ των 19ου αι. , π.χ. ο Bouguereau, δεν θα τη ζωγράφιζαν έτσι. Παρά την διαβολεμένη του τεχνική δεν ήταν ποτέ τους τόσο υποψιασμένοι. Ή, το φασματικό φως του υπολογιστή με το ερυθρό κοντράστο του ποντικιού που αντιθέτει μοναδικά στα μάτια του μοναχικού θεατή την μέσα νύχτα με την έξω νύχτα. Το όλο σκηνικό ο Calderon θα το ονόμαζε Gran Teatro del Mundo. Παρ’ όλα όμως τα ρομαντικά στοιχεία, ο υψηλός κλασικισμός του Αδριανού και η νευτώνεια οργάνωση των ζωγραφικών του κόσμων συχνά τον προφυλάσσουν από τα λάθη που καιροφυλακτούν στην υπερβολή. Ενώ η παραφορά παραμένει σταθερά η πιο σταθερή αρετή του.Συνοδοιπόρος και συνομήλικος καλλιτεχνών με σημαντική παρουσία στο χώρο όπως ο Νίκος Μόσχος, ο Σάββας Γεωργιάδης ή ο Τζουλιάνο Καγκλής, ο Αδριανός γρήγορα απέκτησε το δικό του απόλυτα προσωπικό και αναγνωρίσιμο ύφος. Η θεατρικότητα πάντως είναι νομίζω το πιο ευδιάκριτο χαρακτηριστικό του επιτρέποντας στο παράλογο να εισβάλει σε μιαν κατά τα άλλα εύτακτη καθημερινότητα. Όπως συμβαίνει στον πίνακα-αλληγορία της τηλεοπτικής κόλασης με πρωταγωνιστές έναν γεροδιάβολο που σέρνει μια ουρά δράκου και μια γυναίκα με ένα παιδί που κρατάει στα χέρια του ένα πρίσμα. Ζωγραφικά μιλώντας, η πληθωρικότητα της φόρμας συχνά εναλλάσσεται με λιτές μονοχρωμικές επιλογές, όπως συμβαίνει με τους απροετοίμαστους μουσαμάδες στο δέντρο-αιδοίο και τα σπαράγματα των κλαδιών-σωμάτων που μοιάζουν με τα κατακρεουργημένα μέλη του αδελφού της Μήδειας. Πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, για μερικά από τα καλύτερα έργα της έκθεσης, με αναφορές στον David, τον Ingres και τον Géricault. Κυρίως γιατί τα σώματα αποδίδονται κατάστικτα τόσο από το τρόμο του θανάτου όσο και από το τρόμο της ζωής.Έχουμε να κάνουμε εν τέλει με μια χορταστική, “δουλεμένη” στη λεπτομέρεια της, ζωγραφική που ξέρει καλά να κρύβει, όπως θα έλεγε ο Hoffmannstahl, το βάθος στην επιφάνεια των πραγμάτων…Μάνος Στεφανίδης  Γκαλερί Σκουφά Εγκαίνια Πέμπτη 8.10.2015

You may also like...